12 Αυγούστου 2013

Η πρώτη αθηναϊκή επιθεώρηση - Τραγούδια, παραλειπόμενα και οι κριτικές που δέχτηκε

Η πρώτη επιθεώρηση είχε τον τίτλο "Λίγο απ' όλα" και ανέβηκε στις 30 Αυγούστου 1894 στο παραλιακό θέατρο "Παράδεισος" από το θίασο "Πρόοδος" του Δημήτρη Κοτοπούλη - ο πατέρας της Μαρίκας Κοτοπούλη - και αποτέλεσε το θεατρικό γεγονός της χρονιάς (μαζί με την "Γκόλφω" του Σπύρου Περεσιάδη, που, κατά σύμπτωση, είκοσι μέρες νωρίτερα ανέβηκε στο ίδιο θέατρο). Ήταν ένα ολότελα καινούριο θεατρικό είδος για τους Αθηναίους θεατρόφιλους, που μέχρι τότε ήταν συνηθισμένοι στα κωμειδύλλια. Οι επιρροές της ελληνικής επιθεώρησης, που αποτελεί μοναδικό θεατρικό είδος, βρίσκονταν στην ισπανική Γκραν-Βία και τις γαλλικές "revues" (δηλ. "επιθεώρηση" στα γαλλικά).

Στις 13 Αυγούστου η "Νέα Εφημερίς" ανήγγειλε για πρώτη φορά το ανέβασμα της παράστασης, που αποκαλούσε χαρακτηριστικά "επιθεώρησιν διαλογικήν" (μεταφράζοντας τη γαλλική λέξη "revue"). δηλαδή "ένα είδος ανακεφαλαιώσεως επί σκηνής των εν Αθήναις συμβαινόντων επί το σατυρικώτερον αβλαβώς και ακάκως". Ήταν η πρώτη φορά που οι Αθηναίοι διάβαζαν τον όρο "επιθεώρηση" για τον προσδιορισμό του νέου αυτού θεατρικού είδους, τον οποίο οι άλλες εφημερίδες άργησαν λίγο να υιοθετήσουν. Για παράδειγμα, στις 14.08, μία μέρα μετά την πρώτη αναγγελία από τη "Νέα Εφημερίδα", η "Ακρόπολις" έκανε λόγο για μια "αστειοτάτη αθηναϊκή revue", που θα έκανε πρεμιέρα "λίαν προσεχώς".
Το εντυπωσιακό εκείνης της πρώτης επιθεώρησης ήταν το γεγονός ότι ο συγγραφέας της ήταν.. βουλευτής, ο Μίκιος Λάμπρος, το όνομα του οποίου παρέμενε κρυφό μέχρι την πρεμιέρα της παράστασης, ίσως για να γλιτώσει τα περίεργα βλέμματα των συναδέλφων του. Τα τραγούδια της παράστασης τα έγραψε ο Λάμπρος Αστέρης. Στην πρεμιέρα της παράστασης, όπου το θέατρο είχε κατακλυστεί από κόσμο, η κυβέρνηση εκπροσωπήθηκε επισήμως από τον υπουργό Παιδείας. Άλλωστε, είπαμε... και μόνο το ανέβασμα μιας παράστασης διαφορετικής από τις συνηθισμένες αποτελούσε σημαντικό καλλιτεχνικό γεγονός.
Όπως όλες οι επιθεωρήσεις, έτσι και το "Λίγο απ' όλα" δεν είχε κάποια συγκεκριμένη υπόθεση. Συνδετικός κρίκος στα διάφορα σκετς ήταν ο Αγροικογιάννης, ένας επαρχιώτης που ερχόταν για πρώτη φορά στην Αθήνα και τον ξεναγούσε κάποιος εκπρόσωπος του δήμου Αθηναίων. Μέσα από τα μάτια του ξετυλίγονταν και τα διάφορα σκετσάκια, που σατίριζαν τα πολιτικά, κοινωνικά και καλλιτεχνικά γεγονότα της εποχής: από τους βουλευτές που δεν πατούσαν το πόδι τους στη Βουλή μέχρι τις διαδηλώσεις, τις διαμαρτυρίες των ξένων ομολογιούχων στο υπουργείο Οικονομικών, τις καλλιτεχνικές κόντρες κλπ. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούσε μια διαδήλωση Τριπολιτών - να υποθέσουμε ότι ο Αγροικογιάννης καταγόταν από την περιοχή;- στο τέλος της πρώτης σκηνής, οι οποίοι με επικεφαλής τους μουσικούς γυρνούσαν το θέατρο κρατώντας σημαίες.

Το πιο πετυχημένο νούμερο του "Λίγο απ' όλα" ήταν "η κυρά Δασκάλα". Το τραγουδάκι του σχετικού σκετς έγινε ιδιαίτερα δημοφιλές και τα επόμενα χρόνια αποτελούσε σταθερή αξία στις γιορτές αποφοίτησης των μαθητριών του Αρσακείου, αλλά και στα... καφωδεία. Οι στίχοι του είχαν ως εξής:
Η κυρά μας η Δασκάλα
που 'ναι άγρια και κακή
είπε στα κορίτσια τ' άλλα
πως δεν είμαι παστρική.

Είν' αυτά, ειν' αυτά
τα παράπονά μας τα φρικτά.

Κι επειδή εγώ της είπα
πως ειν' άσχημη πολύ
καθημερινώς μ' εκτύπα
με μια βέργα στρογγυλή.

Μετά μου 'πε αυτή η Αντίκα
μια καρφίτσα να της βρω
κι επειδή δεν της τη βρήκα
μου μιλεί με τ' αυστηρό.

Το "επαναστατικόν τραγούδι" το τραγουδούσε "μετά χάριτος σπανίας" ένα κοριτσάκι ονόματι Χρυσούλα Σισύφου, η οποία ήταν "θυγάτριο του γνωστού ιατρού της πόλεώς μας κ. Ηλ. Σισύφου και εγγονή του παλαιού και διακεκριμένου ηθοποιού Αθ. Σισύφου", όπως έγραφε η "Εστία" στις 02.09.1894. Σύμφωνα με την εφημερίδα, η μικρή Χρυσούλα ήταν βαφτιστικιά του συγγραφέα της επιθεώρησης, Μ. Λάμπρου και αποτέλεσε "το enfant gate του κοινού". Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η μικρή ήταν το πρώτο παιδί-θαύμα του ελληνικού θεάτρου -ή έστω ένα από τα πρώτα... Μεταξύ των παιδιών που συμμετείχαν στο συγκεκριμένο σκετς ήταν και η 7χρονη Μαρίκα Κοτοπούλη, καθώς και "τα μικρά Νικολάου, Νικηφόρου, Πομόνη και η χαριτωμένη Αγγελίνα Σία" (Εστία, 04.09.1894).

Ένα άλλο τραγούδι του "Λίγο απ' όλα", που αγαπήθηκε πολύ από το κοινό, ήταν το "Ζάππειον", όπου ο δεκανέας πυροσβέστης Κωνσταντής και η παραμάνα Μαργαρώ εξομολογούνταν τον έρωτα τους (ήταν γνωστό και ως το τραγούδι της Μαργαρώς).
Αυτό ήταν το πρώτο κουπλέ, όπου γινόταν διάλογος μεταξύ των δύο νέων:
Κωνσταντής:
Στο Ζάππειο σε πρωτοείδα
και στη δενδροστοιχία
κι έπειτα στην πλατεία
σου είπα σ' αγαπώ.

Μαργαρώ:
Σαν όνειρο ωραίο
επρόβαλες μπροστά μου
κι' άνθισεν η καρδιά μου
σαν κρίνο δροσερό.

Μαζί:
-Μάθε, Μαργαρώ μου,
-Μάθε, Κωνσταντή μου,
πόσο σ' αγαπώ,
πόσο σε λατρεύω,
πόσο σε πονώ.

(Επίσης μια ακόμη στροφή του τραγουδιού ήταν και αυτή:)
Γιατί να λησμονήσεις
τον τόσον έρωτά μου
που μέσα στην καρδιά μου
ανθεί τόσον καιρό;

Στις 7 Σεπτεμβρίου, η Εστία ενημέρωνε ότι "Το ωραίον τραγούδι της Μαργαρώς εξεδόθη δι' άσμα και κλειδοκύμβαλον και ούτω θα γίνη δημοτικό πλέον. Πωλείται δε εις το κατάστημα Καβάδη και Δένδορτ και εις το γραφείον της Φιλοκάλου Πηνελόπης αντί δραχμής". Επίσης, προανήγγειλε ότι την επομένη θα ακουγόταν "μωσαϊκόν εκ των ασμάτων του Λίγο απ' Όλα" στο Ζάππειο.

Από τα αγαπημένα νούμερα εκείνης της πρώτης αθηναϊκής επιθεώρησης ήταν και η "Ατμοπλοΐα", που σατίριζε τις ατμοπλοϊκές εταιρίες. Οι ηθοποιοί εμφανίζονταν επί σκηνής φορώντας χάρτινα βαποράκια στα κεφάλια τους, σαν αυτά που κάνουν τα μικρά παιδιά. Ένα τετράστιχο από το τραγούδι ήταν κι αυτό:
Είμαι η Ατμοπλοΐα
τον κόσμο παραιτώ
και για συγκοινωνία
στα κύματα πετώ. 

Ένα ακόμη τραγούδι του "Λίγο απ' όλα" ήταν και εκείνο της Ζανταράς, μιας γυναίκας ελαφρών ηθών, που διατηρούσε έναν "Άντρο των Νυμφών" στο Μετς και η οποία επίσης σατιριζόταν στην επιθεώρηση:
Αβάντι εμπρός,
Τι νέος λαμπρός!
Γενναίος, ιππότης!
Λαμπρός στρατιώτης!
Θα βάλει σπαθί,
Να μη βασκαθεί!
Θα κόψει,
Θα ράψει,
Παντού θα προκόψει,
Κικίρι-κικίρι,
Κοκόρι-κικό.

Άλλα άσματα του "Λίγο απ' όλα" ήταν το "Τραγούδι του Νίκελ" και ο "Ύμνος του Απόλλωνος", ο οποίος ακουγόταν στην τρίτη πράξη. Ήταν ο γνωστός δελφικός ύμνος, τον οποίο ερμήνευε ο ηθοποιός, που υποδυόταν τον Απόλλων, κατεβαίνοντας από το στυλοβάτη του, όμως γρήγορα ο ύμνος μετατρεπόταν σε... ζωηρή καδρίλια.

Στην παράσταση συμμετείχαν οι ηθοποιοί Χέλμης, Νικηφόρος, Λαζαρίδης, η Μαρία Κτενά που υποδυόταν την Δημαρχία, οι ηθοποιοί Απέργης, Βεντούρας και Πανταζής υποδύονταν τους τρεις ξένους ομολογιούχους (το Γερμανό, το Γάλλο και τον Άγγλο αντίστοιχα), ο Δημήτρης Κοτοπούλης έπαιζε το ρόλο του Φαύστου, η δεσποινίς Στεφάνου τη Φαύστα, η Ελένη Κοτοπούλη ήταν η κυρά δασκάλα, ενώ το τραγούδι της Μαργαρώς ερμήνευαν οι ηθοποιοί Φιλιππίδης και Πομόνη.
Δεν έλειψαν, όπως ήταν αναμενόμενο, οι παρεξηγήσεις ανθρώπων που ένιωθαν να θίγονται από τη σάτιρα, όπως η ηθοποιός Ευαγγελία Παρασκευοπούλου, που βρέθηκε στο στόχαστρο του "Λίγο απ' όλα". Αυτήν την πληροφορία, τουλάχιστον, σχολίαζε η "Εστία" (02.09.1894):
"Η κυρία Παρασκευοπούλου δεν είχε κανένα λόγον να λυπηθή, απ' εναντίας την τοιαύτην εμφάνισιν του προσώπου της επί της σκηνής έπρεπε να θεωρήση ως καύχημά της. Αι εξοχότητες μιας κοινωνίας υπόκεινται περισσότερον εις την σάτυραν, ότι δε είνε μία δραματική εξοχότης, και ίσως η μόνη, η κ. Παρασκευοπούλου, δεν υπάρχει η ελαχίστη αμφιβολία. Απόδειξις αυτή η εντύπωσις την οποίαν κάμνει εις τον κόσμον η δεσποινίς Στεφάνου, υποδυομένη εν παρωδία την έξοχον συνάδελφόν της. Ή μήπως νομίζει η κ. Παρασκευοπούλου ότι ο κόσμος θα εγέλα ομοίως αν εσατυρίζεττο από σκηνής καμμία άγνωστος ηθοποιός, εξ εκείνων αι οποίαι εθεώρουν βέβαια δόξαν να φανούν προ του κοινού, έστω και δι' ολίγας στιγμάς, ως Παρασκευοπούλου;.... Σημειωτέον ακόμη ότι και πολλοί άλλοι μεγάλοι ηθοποιοί και αυτή η Σάρρα Βερνάρ, έπαθαν πολλές φορές τα ίδια".

Η επιτυχία της παράστασης ήταν τόσο μεγάλη, ώστε λίγες μέρες αργότερα το "Λίγο απ' όλα" ανέβηκε και στον Πειραιά, ύστερα από αίτημα των κατοίκων, που δεν είχαν τη δυνατότητα να κατέβουν με τη συγκοινωνία, ενώ μετά το κλείσιμο των θερινών θεάτρων, η παράσταση ανέβηκε και σε χειμερινή σκηνή (θέατρο Ομόνοια), κάτι που δεν συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, που τα έργα ανέβαιναν για εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό παραστάσεων. Είναι χαρακτηριστική η επισήμανση της εφημερίδας "Παλιγγενεσία" στις 5 Σεπτεμβρίου 1894:
"... Κόσμος πολύς συρρέει καθ' εκάστην και ζητεί επανειλημμένως τα ωραία αυτής άσματα, ων τινά ως το άσμα των παιδιών εις το τραγούδι της Μαργαρώς έγειναν πλέον δημοτικά. Ο συγγραφεύς κ. Λάμπρος καλείται καθ' εκάστην εσπέραν επί σκηνής ανευφημούμενος ζωηρώς.
Πάσας όμως τας παραστάσεις υπερέβαλεν η χθεσινή. Ο Παράδεισος ην πλήρης μέχρις αποπνιγμού, και πλέον των διακοσίων ατόμων απήλθον μη ευρόντα θέσιν. Χάριν του πλήθους τούτου, το οποίον επιμόνως ζητεί θέσεις, η διεύθυνσις του θεάτρου ηναγκάσθη και απόψε να προκυρήξη το Λίγο απ όλα"
Εξάλλου, στις 11 Σεπτεμβρίου, η "Εστία" σχολίαζε για την πρεμιέρα της επιθεώρησης στο χειμερινό θέατρο Ομόνοια ότι "συνεκέντρωσε τοσούτον κόσμον, τοσούτο πλήθος, όσον σπανίως είδε το θέατρον εκείνο. Ούτως αφού εξηντλήθησαν μέχρις ενός τα καθίσματα, οι προσεχόμενοι ηγόραζον μόνον εισόδους και εδέησε να παρέμβη η αστυνομία διά να εμποδίση πλέον την πώλησιν, διότι οι θεαταί δεν ηδύναντο να κινηθώσι. Προσέλαβον δε τα πέριξ ζωήν και κίνησιν και οι μη δυνηθέντες να εισέλθωσιν εκάθησαν εις το έξωθι του θεάτρου καφενείον και εκείθεν παρηκολούθουν την παράσταση ακούοντες τα άσματα"!
Μάλιστα, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης οι ηθοποιοί αποφάσισαν να δώσουν και μια δωρεάν παράσταση υπέρ της Σχολής Απόρων Παιδιών του Παρνασσού
Κατά το ανέβασμα της παράστασης στο θέατρο Ομόνοιας, το "Λίγο απ' όλα" αντιμετώπισε μια απρόοπτη λογοκρισία, καθώς την τελευταία στιγμή οι αρχές απαγόρευσαν τη χρήση στολών για την εμφάνιση των ηθοποιών, που υποδύονταν αστυφύλακες, έναν αστυνόμο και ένα δεκανέα, με αποτέλεσμα αυτοί να εμφανιστούν ντυμένοι "αλαμπουρνέζικα", κατά την περιγραφή της εφημερίδας Εστία.
___________________________________________________________________

ΤΙ ΕΓΡΑΨΑΝ ΟΙ ΕΦΗΜΕΡΙΔΕΣ


Στις 30 Αυγούστου, ημέρα της πρεμιέρας του "Λίγο απ' όλα" στο θέατρο "Παράδεισος", όλες σχεδόν οι εφημερίδες έκαναν λόγο για την περιέργεια του κοινού να παρακολουθήσει την καινοτόμο αυτή παράσταση, για την οποία κυκλοφορούσαν ήδη πολλές φήμες. Πιο κατατοπιστικά ήταν τα δημοσιεύματα των εφημερίδων "Καιροί" και "Επιθεώρησις", που αποκάλυπταν κάποια στοιχεία για το περιεχόμενο της παράστασης. 

"Εν τω θεάτρω του Παραδείσου την εσπέραν ταύτην αναβιβάζεται νέον έργον περί ου πολλά λέγονται. Το έργον είναι επιθεώρησις συγχρόνων σκηνών και πραγμάτων κατά το είδος των γαλλικών τοιούτων και της πολλήν φήμην παρ' ημίν λαβούσης Γκραν-Βία, έχει τρία μέρη εξ ων το πρώτον εισαγωγή, η σκηνή δε υπόκειται εις τον σταθμόν του σιδηροδρόμου ΠΑΠ, εις τον κήπον προ του υπουργείο των Οικονομικών και εις τον χορόν του θεάτρου Βαριετέ. Ποικίλλουσι δε πολλά άσματα το έργον τούτο και τ' άσματα ομολογούνται ωραία. Το έργον δεν έχει φιλολογικήν αξίαν, πρόκειται δε απλώς ως τα τοιούτου είδη έργα να τέρψη. Εις την τρίτην πράξηιν ως γίνεται παντού διέρχονται από της σκηνής οι συγγραφείς και οι ηθοποιοί. Συρροή ως εικός διά το πρωτότυπον του πράγματος προμηνύεται πολλή και πολλά από χθες έχουσι διατεθή εισιτήρια". (Καιροί, 30.08.1894)

"Εις πρωτοφανή Αθηναϊκήν επιθεώρησιν υπό του ανωτέρου τίτλου (σ.σ. ο τίτλος του δημοσιεύματος ήταν "ΛΙΓΟ ΑΠ" ΟΛΑ", όπως και ο τίτλος της παράστασης) προσκαλεί απόψε το κοινόν των Αθηνών ο λαμπρός του κ. Κοτοπούλη θίασος. Το λίγο απ' όλα θα χαλάση κόσμον κυριολεκτικώς. Πεντήκοντα πρόσωπα θα παρελάσουν επί σκηνής, όλοι δε οι τύποι των Αθηνών ζωντανοί θα φιγουραρισθούν! Είκοσι και τέσσερα άσματα θα ποικίλουν την παράστασιν κατά την διάρκειαν της οποίας εν φαιδρότητι και γέλωτι επαύστω θα μεταφέρεσθε ως διά μαγείας και απληρωτεί από του σιδηροδρόμου εις την αστυνομίαν και εκείθεν εις το Βαριετέ!!" (Επιθεώρησις, 30.08.1894)

Τις επόμενες μέρες, οι περισσότερες εφημερίδες είχαν μόνο θετικές κριτικές να γράψουν για το "Λίγο απ' όλα". Εκκωφαντική εξαίρεση αποτέλεσαν οι "Καιροί", που μάλλον πήραν πολύ στα σοβαρά το νέο θεατρικό είδος. Στις 02.09.1894, ο συντάκτης της εφημερίδας γκρίνιαζε σαν πρόδρομος των... παππούδων από τα Μάπετ Σόου, ενώ έβλεπε παντού παρακμή:
"Όλα ραγδαίως εν Ελλάδι φέρονται προς την κατωφέρειαν της παρακμής. Δεν ήτο δυνατόν επομένως να μη παρακμάση πριν ατιμάση και το ελληνικόν θέατρον. Κατά το παρόν έτος υπέστη καίρια τραύματα, εγένετο δε τόπος χυδαιολογίας, ακαλαισθησίας και καταγωγίου. Ώρμησαν εις τα ποσοστά του θεάτρου πάντα τα κτήνη και τα ερπετά και τα θηρία του δρόμου, τα έκαμαν δε θάλασσαν. Κατά δυστυχίαν όμως η φιλολογική και θεατρική παρακμή, προβάσα εις το έσχατον, απειλεί να καταλήξη εις φοβερά και επικίνδυνα σκάνδαλα. Ο φίλος κ. Μ. Λάμπρος, μη αναμετρήσας τα αποτελέσματα της φιλολογικής πράξεώς του, απεφάσισε να αναβιβάση εις την σκηνήν σκηνάς του εν Αθήναις βίου, να διακωμωδήση δε και σατυρήση πρόσωπα και πράγματα. Το φιλολογικόν τούτο είδος αδύνατον να μην απολήξη εις σκάνδαλα και σκηνάς τραγικάς. Τούτου ένεκα ευχόμεθα να τεθή εις αυτό τέρμα ταχύ προς ησυχίαν των συγγραφέων, των θιάσων και της κοινωνίας. επί του παρόντος τούτο μόνον παρατηρούμεν, ότι οι διασυρόμενοι και διακωμωδούμενοι από σκηνής έχουσι δυνάμει του νόμου περί εξυβρίσεως δικαίωμα ποινικής καταδιώξεως και πολιτικής αγωγής κατά τε του συγγραφέως και των υποκριτών".

Πιο ισορροπημένη, πλην όμως εξαιρετικά σοβαροφανής ήταν η κριτική του συντάκτη της "Εφημερίδος", την επόμενη ακριβώς της πρεμιέρας (31.08.1894), που επέμενε ν' αποκαλεί - σε καθαρή καθαρεύουσα - την παράσταση "Ολίγο απ' όλα". Ο δημοσιογράφος είχε αρκετές παρατηρήσεις να κάνει, αλλά έβρισκε και κάποια θετικά στοιχεία:
"Το έργον ουδέν είνε κωμωδία ή κωμειδύλλιον αλλά μία επιθεώρησις του έτους εις ην διακωμωδούνται πρόσωπα και πράγματα μετά ζωηρότητος και ευφυίας. Είναι αληθές ότι ενιαχού οι διάλογοι είνε λίαν εκτενείς και κουραστικοί, ότι τους λείπει η ευφυολογία και αντικαθίσταται αύτη δι' ειδικών συμπερασμάτων ολίγον αναρμόστων εις την περίστασιν και δι' έργον τοιούτον, αλλά πλην τούτων άτινα δύνανται να περικοπώσιν, υπάρχουσι σκηναί χαριέσταται, πλήρεις ζωής, πνεύματος και κωμικού άλατος. Η επιθεώρησις του κ. Λάμπρου αν περικοπή ολίγον θα γείνη πολύ ευάρεστον θέαμα και θα την ίδουν πολλάκις αι Αθήναι. Αλλά και ως έχει είνε εκ των επιτυχεστέρων θεατρικών έργων διακωμωδούν τα πολιτικά, δημοτικά, φιλολογικά και καλλιτεχνικά γεγονότα του έτους. Πλήθος άπειρον επλήρουν το θέατρον, όπερ εν τέλει εκάλεσεν επί της σκηνής τον ποιητής, εις ον προσεφέρθησαν δύο στέφανοι εξ άνθεων εν μέσω γενικών επευφημιών".

Πολύ πιο ευμενής ήταν η κριτική της εφημερίδας "Το Άστυ", που δημοσιεύτηκε στις 01.09.1894. Ωστόσο ο συντάκτης δεν παρέλειψε ν' αναφερθεί στα ελάχιστα αδύναμα της σημεία της παράστασης, το κυριότερο εκ των οποίων ήταν η τάση για ηθικολογία - κάτι που διαπιστώνεται σε όλες τις επιθεωρήσεις μέχρι σήμερα.
"Εκτός της χαριτωμένης "Βαρκαρόλας" και του άσματος των λωποδυτών, τα οποία κατέστησαν πλέον μονοπώλιον όλων των πλανοδίων μουσικών και όλων των οργανέτων και εκ της συνηθείας βομβούν εις τα ώτα μας και όταν ακόμη δεν παίζονται, οφείλομεν εις την "Γκραν Βία" και την ιδέα της εγκλιματίσεως εν ελληνικώ εδάφει και των σατυρικών επιθεωρήσεων, των ρεβύ, αι οποίαι είνε τόσον κοιναί εις τα ξένα θέατρα.
Η πρώτη τοιαύτη απόπειρα έγεινε χθες εις το θέατρον του Παραδείσου με το "Λίγο απ' Όλα". Έλλην δε ιδρυτής του είδους αυτού είνε καθώς εγνώσθη εις το τέλος - αν και όλοι το ήξευραν από την αρχήν - ο κ. Μίκιος Λάμπρος.
Η ιστορία μας διδάσκει ότι όλοι οι αναμορφωταί, οι εισαγαγόντες νές είδη, νέας μορφάς εις την φιλολογίαν ή την επιστήμην ή την φιλοσοφίαν, μόνον τα σπέρματα συνήθως ρίπτουν, μόνον τας αρχάς τας γενικάς υποδεικνύουν, ως επί το πλείστον δε άλλοι ερχόμενοι βραδύτερον τας αναπτύσσουν επί των αρχικών βάσεων των αθανάτων διδασκάλων, και τας συμπλητούν και τας ανάγουν εις τέλειον είδος. Αν και μιμητής ο κ. Λάμπρος, υπέκυψε νομίζω εις τον σοβαρόν αυτόν νόμον - με όλην του είδος την ελαφρότητα - κατά την εγκλιμάτισιν των ενιαυσίων επιθεωρήσεων, και δεν μας έδωσεν ίσως την τελειότητα του είδους. Οπωσδήποτε η αθηναϊκή του επιθεώρησις του 1894 είνε το όντι "λίγο απ' όλα", όσα συνέβησαν εις το διάστημα των δώδεκα μηνών, και δίδουν καλήν εικόνα της ενιαυσίας κινήσεως της πρωτευούσης μας.
Η παρέλασις εκείνη η ασύνδετος των επαιτών και των παιδίων των στασιαζόντων κατά της δασκάλας των και των ομολογιούχων, η ερωτική σερενάτα προ της ακάμπτου, της ανυποχωρήτου θύρας του Κεντρικού Ταμείου, και του βρέφους η αυτοκτονία, η ευφυεστάτη αυτή απεικόνισις της ψυχώσεως της αυτοκαταστροφής, η οποία επιδημικώς μας κατέλαβε, και της παραμάνας η ιστορία, και όλαι αι χαρακτηριστικαί, αι γοργαί σκηναί του Βαριετέ με τον Φαύστον και την Φαύσταν και την Φαουστίναν και της παρακμής της Ζαν δ' Αρράς, την εμφάνισιν μαζί με το βραχνιασμένον κο κο-ρι-κο, και τα στάσιμα, τα αδρανή, τα προσβληθέντα υπό συγκοπής περί την μεσημβρίαν ηλεκτρικά ωρολόγια, και του σεισμού - του κιριεύοντος αυτού πλανήτου του 94 - ο τρόμος - όλα ευφυέστατα γραμμένα, όλα με σάτυραν, όλα με ελαφρότητα αποτυπωμένα - αποτελούσι εν ευθυμότατον και αρκετά επιτυχές σύνολον. Διά τούτο εις τας σκηνάς και εις την γενικήν σύνδεσιν του όλου ολίγα ελαττώματα δύναταί τις να εύρη αν αναλογισθή τας ολίγας αξιώσεις, τας οποίας αντιπροσώπευε το είδος αυτό του θεάματος. Το μόνον ίσως ελάττωμα το οποίον ψυχραίνει ολίγον, συγχίζον τον θεατήν, είνε η ηθικολογία, την οποίαν εξ εκάστης σκηνής ασμενίζεται να εξάγη ο συγγραφεύς διά του ευλογημένου εκείνου φουστανελλοφόρου, όστις αντιπροσωπεύει την αγνήν Ελλάδα των επαρχιών και ζητεί αιωνίως πληροφορίας και εξίσταται και ανυψοί πάντοτε μίαν αντίθεσιν του τρελλού και ανεπτυγμένου περιβάλλοντος με τον άξεστον, τον βουνήσιον χαρακτήρα του. 
Μία επιθεώρησις μου φαίνεται, ότι δεν είνε δημιουργημένη διά να κρατήση όλον αυτό το βάρος της ηθικοποιήσεως. Να προσπαθή κανείς να της δώση άλλον σκοπόν από τον αμιγή γέλωτα και από την ελαφράν σάτυραν προσώπων και πραγμάτων νομίζω, ότι είνε ατυχής και ίσως κινδυνωδώς επιβλαβής απόπειρα.
Διά τούτο δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η έκλειψις ή τουλάχιστον η ολιγωτέρα δράσις και ανάμιξις του φουστανελλά, λυτρούσα ημάς από όλην εκείνην την έκθεσιν των πεπραγμένων και την συνέντευξιν μετά του δήμου την ανιαράν εις τον πρόλον, δεν θα μας διέκοπτε πολλάκις και τον γέλωτα, τον οποίον επροκάλουν συνεχή όλαι αι σκηναί, αλλ' έσβυναν απαρεγκλίτως εις το τέλος εκάστης εξ αυτών οι σοβαροί, οι ανακαλούντες εις την πραγματικότητα λόγοι του Αγροικογιάννη.
Άλλο ελάττωμα υποθέτω, ότι δεν έχει το δικαίωμα να εύρη κανείς εις το τόσον ελαφρόν θεατρικόν έργον του κ. Λάμπρου, το οποίον έχει την μεγάλην αρετήν να μας ανοίγη ένα τόσον διασκεδαστικόν είδος εις το πτωχόν θέατρόν μας.
Δεν θα ήτο άσχημον να καλλιεργηθούν ευρύτερον αι ωραίαι, αι τόσον φαιδραί, αι τόσον διασκεδαστικαί αυταί επιθεωρήσεις. Ούτε δραματικά φόντα, ούτε αρεταί διαλόγου, ούτε ταλάν πλοκής και συλλήψεως και δέσεως και λύσεως χρειάζεται δι' αυτάς. Πνεύμα μόνον και ευφυίαν απαιτούν - κι διά τούτο νομίζομεν, ότι ο Λάμπρος, ο Άννινος, ο Κουσουλάκος, ο Σουρής εμμέτρως ημπορούν να μας δώσουν αριστουργηματάκια αυτού του είδους. Ας αποπειραθούν. Όχι μόνον θα επιτύχουν, όχι μόνον θα μας διασκεδάσουν, αλλά και θα μας ευεργετήσουν, θα ευεργετήσουν την καλαισθησίαν μας απολυτρούντες αυτήν από τα συνεχή, τα αιώνια, τα παρακμάσαντα, τουλάχιστον όσον και η Ζαν δ' Αρράς, κωμειδύλλια, τα οποία πανταχόθεν μας πολιορκούν.
Ο κ. Λάμπρος έκαμε καλήν αρχήν. Τον ευγνωμονούμεν διά τούτο και έχομεν μεγάλας ελπίδας, διά το μέλλον των αθηναϊκών επιθεωρήσεων".

Εξαιρετικά θετική ήταν η κριτική που δημοσιεύτηκε στη "Νέα Εφημερίδα" (31.08.1894), όπου η κριτική δεν περιοριζόταν μόνο σε γενικόλογες αναφορές, αλλά αφορούσε και το παίξιμο των ηθοποιών, ενώ γινόταν μια συνοπτική περιγραφή των σκετς της παράστασης:
"Το νέον έργον του κ. Μίκιου Λάμπρου παρεστάθη χθες το πρώτον εν τω "Παραδείσω" εν μέσω απείρου κόσμου. Εκ του τίτλου του εννοείτε περί τίνος πρόκειται. Σατυρίζονται πολλά των Αθηνών πράγματα μετά πολλής ευγυίας και χάριτος ασύνδετα όλως φαινομενικώς μεταξύ των, συνδεόμενα όμως υπό του Αγροικογιάννη του πρώτην φοράν εις Αθήνας ερχομένου παρακολουθούντος πάντα και εκπλησσομένου δε διά το κάθε τι. Επί της σκηνής γίνεται δηλαδή παρέλασις των ελαττωμάτων του αθηναϊκού βίου και βλέπετε ούτω: τον μπόγιαν των σκυλιών, τας διαδηλώσεις, τας δεξιώσεις των επαρχιωτών, τους αντιπροσώπους των ομολογιούχων, την Ζαν-Λαρράς, τους ηθοποιούς, τους βουλευτάς και το συναφές κυνήγημα της απαρτίας, το νίκελ, την δεκάραν, τους σιδηροδρόμους, τας ατμοπλοίας, τους επαίτας, το Βαριετέ, τον ύμνον του Απόλλωνος, της νταντάδες κτλ. κτλ. Ο ποιητής, ως εδήλωσεν τη εντολή του ο κ. Κοτοπούλης από της σκηνής, φιλολογικάς αξιώσεις δεν έχει διά το έργον του όπερ αποτελείται από λόγια της στιγμής. Περί της εκτελέσεως λέγομεν ότι όλοι γενικώς ήσαν έξοχοι. Περί της εκτελέσεως λέγομεν ότι όλοι γενικώς ήσαν έξοχοι. Διεκρίνομεν τον κ. Κοτοπούλην, τον Νικηφόρον ως... Ζαν-Δαρράν θαυμάσιον, τας δεσποινίδας Στεφάνου, Πομόνη, την κ. Κοτοπούλην και λοιπούς. Εις τον κ. Λάμπρον προσενήχθησαν δύο στέφανοι"

Ωστόσο, οι πιο ενθουσιώδεις κριτικές γράφτηκαν στην "Εστία". Η συγκεκριμένη εφημερίδα φιλοξενούσε καθημερινά ύμνους για την παράσταση.
"Είδομεν ακροατήρια πολυπληθέστερα,ορμητικώτερα, λαϊκώτερα. Αλλ' ουδέποτε ο "Παράδεισος" συνεκέντρωσε τόσον εκλεκτόν κόσμον, όσον χθες κατά την πρώτην παράστασιν της νέας αθηναϊκής επιθεωρήσεως Λίγο απ' όλα. Εκτός των λογίων και των δημοσιογράφων, οι οποίοι δεν λείπουν από καμμίαν πρώτην, ήτο εκεί όλον το άνθος της αθηναϊκής κοινωνίας. Την Κυβέρνησιν αντιπροσώπευεν ο κ. Υπουργός της Παιδείας, την πλεονοψηφίαν δε του ακροατηρίου απετέλεουν αι κυρίαι, μετά ζωηρότητος χειροκροτούσαι και αναπληρούσαι κάλλιστα τους εγκαθέτους, οι οποίοι έλαμπον χθες - παράδοξον διά παράστασιν νέου έργου - διά της απουσίας των.
Ο κ. Μ. Λάμπρος - παρά την τυπικήν ανωνυμίαν ήτο εις όλους γνωστόν ότι η επιθεώρησις ήτο ιδική του- απολαύει εξαιρετικής δημοτικότητος και πολλών συμπαθειών παρά τη αθηναϊκή κοινωνία. Το όνομά του δεν ήτο διόλου γνωστόν εις την δραματικήν φιλολογίαν, και όμως ποίος των πεφημισμένων μας δραματικών είδε τοιαύτην πρώτην! Και ποία ζωηρότης, ποία ευθυμία ακροατηρίου, απ' αρχής μέχρι τέλους. Σπανίως ηκούσθησαν τόσω παταγώδη χειροκροτήματα, όσω κατά το τέλος της παραστάσεως, όταν ο κ. Κοτοπούλης εφανέρωσεν "υπό εχεμύθειαν" το όνομα του ποιητού, ο οποίος ηναγκάσθη να παρουσιασθή επί της σκηνής και να ευχαριστήση αυτοπροσώπως το ενθουσιασμένον κοινόν. Ήτο αποφασισμένος να μη το κάμη, αλλ' άλλαι μεν βουλαί κτλ. Τω προσηνέχθησαν μάλιστα και δύο στέφανοι υπό των ηθοποιών, ευγνωμονούντων διότι ο κ. Λάμπρος... δεν εδέχθη ποσοστά. Έστω προς γνώσιν των δραματικών συγγραφέων, οι οποίοι όμως αμφιβάλλομεν αν διά τούτο θα κάμουν μέλος του συνδέσμου των τον κ. Λάμπρον, του οποίου το έργον θα παρασταθή δημοσία πολύ περισσότερον από πέντε φορές...
ΤΟ "Λίγο απ' όλα" ήρεσε πολύ, ως μία ευφυής πρωτοτυπία. Τας ασυνδέτους σκηνάς του συνδέει ο Αγροικογιάννης, ο οποίος έρχεται εις τας Αθήνας και ξεναγούμενος υπό της Δημαρχίας Αθηνών βλέπει ολίγον απ' όλα τα παράδοξα της πρωτευούσης, χωρίς ν' αποκρύπτη την απορίαν του και τον θαυμασμόν του. Εκτός μικρών σχοινοτενών διαλόγων και ηθικολογικών παραινέσεων - ελαττώματα τα οποία βεβαίως θα διορθωθούν εις τας κατόπι περιστάσεις - αι σκηναί του έργου είνε ευφυείς, δηκτικαί, ιλαραί, με ωραία τραγουδάκια και πεταχτήν μουσικήν, οίαν δεν ακούομεν συνήθως εις τα κωμειδύλλια. Την μεγαλητέραν επιτυχίαν έσχον αι σκηναί της διαδηλώσεως των μαθητών με την αμίμητον δασκάλαν των, των αντιπροσώπων των ομολογιούχων προ του Κεντρικού Ταμείο, του Φαύστουτης Φαύστας και της Φαουστίνας, της Ζαν Δαρράς, την οποίαν υπεδύθη θαυμασίως ο κ. Νικηφόρος, των Βουλευτών εις το Βαριετέ κτλ. κτλ. διότι πού να τα ενθυμούμεθα όλα! Το έργον έχει μεγάλην ποικιλίαν και από τα πολλά και ωραία που βλέπει κανείς τα χάνει και δεν ειξεύρει τι ναναφέρη και τι ναφήση. Η αλήθεια είνε ότι διασκεδαστικώτερον πράγμα δεν είδομεν ακόμη εις το θέατρον. Με την γνώμην μας είνε όλοι όσοι το είδον χθες, και βέβαια όλοι όσοι θα το ίδουν απόψε με πολλάς μεταρρυθμίσεις και μεταβολάς.
Διά τους ηθοποιούς τι να είπωμεν; Όλοι έπαιξαν λαμπρά, αμίμητα. Αλλ' η εμφάνισις του Νικηφόρου ως Ζαν-Δαρράς θα μείνη αλησμόνητος.
Εις την τρίτην πράξιν του "Λίγο απ' Όλα" ο Απόλλων της Ακαδημίας καταβαίνει εκ του στυλοβάτου του και ψάλλει εις το Βαριετέ τον ύμνον του, τον γνωστόν ύμνον των Δελφών. Αλλ' οι ακροαταί του όλοι - οι επί της σκηνής - αποκοιμίζονται, μη αφυπνιζόμενοι παρά όταν αιφνιδίως ο ύμνος μετατρέπεται εις κανδρίλλιαν την οποίαν και χορεύουν λυσσωδώς.
Τι ήθελε να σατυρίση δια΄τούτου ο συγγραφεύς; Την μεταγραφήν της αρχαίας μουσικής ή την φιλομουσίαν των Αθηναίων; Ε, ίσως και τα δύο...
Όσον αφορά τους Βουλευτάς, τους οποίους πειράζει ο κ. Λάμπρος, έχει υπέρ εαυτού το επιχείρημα ότι είνε Βουλευτής. Αλλά διά τους άλλους, οι οποίοι πληγώνονται από τα βέλη της σατύρας του, πώς θα δικαιολογηθή;...
Το "Λίγο απ' όλα" κτυπά, αλλά κτυπά χωρίς κακίαν, χωρίς υστεροβουλίαν, χάριν τέρψεως απλής. Αυτό ας είνε η δικαιολογία του συγγραφέως!
Τον κ. Λάμπρον ευχαριστούμεν διά την ρεκλάμαν την οποίαν κάμνει ακουσίως του εις την "Εστίαν", παρουσιάζων επί της σκηνής την δήθεν πρόσοψιν του γραφείου μας με τον τίτλον πανομοιότυπον: "Εστία".
Όσοι των συναδέλφων εμόρφασαν διά την προτίμησιν, ας συλλογισθούν ότι πλησίον της Αστυνομίας και του Κεντρικού Ταμείου, δεν υπάρχει άλλο γραφείον εφημερίδος. Τι να γείνη! Είμεθα τυχηροί".


Σχετικά θέματα:
Πότε ανέβηκε για πρώτη φορά στο θέατρο η "Γκόλφω" και πώς την υποδέχτηκαν οι κριτικοί

Τα κείμενα μιας αιματοβαμμένης επιθεώρησης του Μεσοπολέμου
Τα κείμενα παλιών επιθεωρήσεων: "Όλα μέσα" (και σπάνιες φωτογραφίες από την παράσταση)
Τα κείμενα παλιών επιθεωρήσεων: Τα Παναθήναια του 1931

3 σχόλια:

  1. Άκρως ενδιαφέρον και μεστό πληροφοριών
    το άρθρο σας.
    Εάν ήτο δυνατόν ως επισύναψη να συμπληρώνονταν
    πλήρη τα ονόματα των ηθοποιών
    Μετά τιμής

    Logosemfron.blogspot.com
    Αθήνα 20 Οκτ 2021

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αυτό θα ήταν το ιδανικό, όμως δυστυχώς οι εφημερίδες δεν έγραφαν πάντα ολόκληρα τα ονοματεπώνυμα.

      Διαγραφή