10 Σεπτεμβρίου 2013

Ο Έλληνας συγγραφέας που γνώρισε από κοντά την αυτοκράτειρα Σίσι - Αποσπάσματα από το ημερολόγιό του

Ο συγγραφέας και καθηγητής Πανεπιστημίου Κωνσταντίνος Χρηστομάνος ήταν ο μοναδικός Έλληνας που γνώρισε από πολύ κοντά την αυτοκράτειρα της Αυστρίας Ελισάβετ - την γνωρίζουμε περισσότερο ως "Σίσι" από τις αυστριακές ταινίες της δεκαετίας του '50, που προβλήθηκαν αρκετές φορές στην ελληνική τηλεόραση.  Το Μάιο του 1891 ο Χρηστομάνος ανέλαβε να της διδάξει την ελληνική γλώσσα, καθώς η Σίσι διέμενε συχνά στην Κέρκυρα (στο "Αχίλλειο", που χτίστηκε ύστερα από δική της παραγγελία), ενώ για τρία περίπου χρόνια τη συνόδευε στα ταξίδια της.

Μετά τη δολοφονία της Σίσι από τον Ιταλό αναρχικό Λουίτζι Λουκένι στη Γενεύη στις 10 Σεπτεμβρίου 1898, στα πλαίσια εκτενών αφιερωμάτων στη νεκρή αυτοκράτειρα, η ελληνική εφημερίδα "Το Άστυ" δημοσίευσε μεταξύ άλλων και αποσπάσματα από το ημερολόγιο του Χρηστομάνου, το οποίο αργότερα θα εκδιδόταν και ως βιβλίο, από την εποχή της γνωριμίας του με τη Σίσι. Σε αυτά αποτυπώνεται ο έντονος θαυμασμός του συγγραφέα προς τη βαυαρικής καταγωγής Αυστριακή αυτοκράτειρα, αλλά και ο στενός φιλικός δεσμός που είχε αναπτυχθεί ανάμεσά τους.
Τα αποσπάσματα που δημοσιεύονται εδώ προέρχονται από την εφημερίδα "Το Άστυ" και το φύλο της 10.09.1898 (με βάση το παλιό ημερολόγιο που ίσχυε στην Ελλάδα, δηλαδή 12 μέρες μετά τη δολοφονία της Σίσι), με τη διαφορά ότι εδώ μεταφέρονται στη δημοτική γλώσσα.


Κέρκυρα, Αύγουστος του 1891
Όσο περισσότερο τη γνωρίζω, τόσο περισσότερο κλίνω να πιστεύω ότι βρίσκεται μεταξύ δύο κόσμων... Όταν επί ολόκληρες ώρες περπατούμε δίπλα στην ομηρική ακτή - εκείνη ως ενσαρκωμένη σκιά, που φέρεται στη φωτεινή ακτή της ζωής - και τα αιώνια κύματα μας προσφωνούν - αισθάνομαι πάντοτε ότι βλέπω μπροστά μου κάποια συμβολική μορφή, που παριστάνει κάτι που βρίσκεται μεταξύ ζωής και θανάτου.
Εκείνη στην επιβλητική προσλαλιά των κυμάτων ακούει καθαρά αυτό μόνο: ότι άλλες δυνάμεις και καταστάσεις πιο άφθαρτες από εκείνες, τις οποίες γνωρίζουμε στην ζωή, μας αντιποιούνται και τους δύο. 
- Η θάλασσα θέλει πάντοτε να μ' έχει κοντά της. Γνωρίζει ότι ανήκω σ' αυτήν, μου λέει σχεδόν κάθε μέρα, όταν περπατούμε στην ακτή.... Και εγώ αδυνατώ να φανταστώ την αυτοκράτειρα ν' απέρχεται απ' αυτόν τον κόσμο κατά το συνηθισμένο τρόπο, αφού μια φορά δεν ανήκει στον κόσμο και στην πραγματική ζωή. Αγαπά περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο την απομόνωση, όχι μόνο υπό συμβολική έννοια. Είναι πραγματική ανάγκη, είναι σχεδόν ζωτική θα μπορούσε κανείς να πει λειτουργία γι' αυτήν ν' απομονώνεται και σωματικά από καιρού εις καιρόν, περισσότερο κατά συγκεκριμένες περιόδους. Και τότε μεταβαίνει σε απομονωμένες οάσεις, στις οποίες δεν επιτρέπεται σε κανέναν να προσέλθει. Χθες σηκώθηκα πολύ πρωί και βγαίνοντας έξω την είδα ξαφνικά μεταξύ των κιόνων του λευκού περιστυλίου σαν ιπτάμενη σκιά. Εξεπλάγην βλέποντάς την εκεί τέτοια ώρα και θέλησα ν' αποσυρθώ, αλλά εκείνη πλησίασε γρήγορα προς εμένα, ως απελπισμένος άγγελος που υπερασπίζεται κάποιον παράδεισο και μου είπε:
- Εδώ βρίσκομαι πάντοτε πριν ανατείλει ο ήλιος, για να  βλέπω πώς ξυπνάνε τα πάντα. Δεν πρέπει να πλέον να προσέρχεστε εδώ τέτοια ώρα. Αυτή είναι η μόνη ώρα, κατά την οποία είμαι εντελώς μόνη.
Απομακρύνθηκα σιωπηλά. Ήμουν σαν τρομαγμένος, σαν χαμένο σε όνειρα...


Νεάπολη, Ιούλιος 1893
Περάσαμε σχεδόν μία ολόκληρη ημέρα μέσα στους κήπους του Καποδίμοντα. Ενώ περιφερόμασταν περπατώντας στο βασιλικό κήπο (ιδιοκτήτρια του οποίου ήταν κάποτε η αδελφή της), κάτω από τα μεγάλα δένδρα, στα οποία ησύχαζαν οι ακτίνες του ήλιου, σκεφτόμουν και έλεγα στον εαυτό μου: Κάθετα πάνω σε θρόνο και φέρει στέμμα στο κεφάλι της, αλλά το αληθινό στέμμα της και η αληθινή βασιλεία της δεν είναι από αυτόν τον κόσμο. Οι περισσότεροι τη θεωρούν ως εκκεντρική γυναίκα. Το γνωρίζει κι αυτή και μου έλεγε μια φορά:
- Οι άνθρωποι εξηγούν όλες μου τις πράξεις και τις κινήσεις βάσει του ότι ανήκω στην οικογένεια των Βίτελσμπαχ. Πόσο μπορεί ν' απατηθεί μια ολόκληρη γενιά!
- Πόσο λυπάμαι για το φτωχό αυτοκράτορα, μου έλεγε μια άλλη φορά, που δεν του μένει καθόλου καιρός για κανένα άλλο πράγμα, παρά για τις υποθέσεις του κράτους! Αλλά αυτή, από την πενία του αυτοκρατορικού μεγαλείου προσφεύγει στον πλούτο, για τον οποίο είναι γεννημένη.


Αλγέρι, Δεκέμβριος 1893
Χθες αγοράσαμε πολύτιμα κοσμήματα, μεταξύ των οποίων και ένα λαμπρότατο βραχιόλι για την αρχιδούκισσα Βαλέρια, διακοσμημένο με πολυτιμότατους λίθους. Μου επέτρεψε μάλιστα να το επιλέξω ο ίδιος. Έπειτα μπήκαμε σ' ένα μεγάλο εστιατόριο, οι τοίχοι του οποίου ήταν όλοι καθρέφτες. Δεν την αναγνώρισαν, αλλά έκανε μεγάλη, πολύ επιβλητική εντύπωση σε όλους.. Πάντοτε, όσες φορές εισέρχεται σ' ένα μέρος, όλοι αισθάνονται ότι κάτι το έκτακτο, κάτι το υπερανθρώπως θελκτικό πλησίασε, διαχέοντας ενδόμυχη χαρά και ευτυχία. Νομίζει κανείς ότι φέρει μαζί της την ανταύγεια κάποιου δεύτερου ήλιου.


Αλγέρι, Δεκέμβριος 1894.
Επιστρέψαμε από το Βουζαράχ, κάποιο χωριό των Καβυλών, το οποίο βρίσκεται όπισθεν του άνω Μουσταφά, της νέας πόλης με τις ωραίες επαύλεις πάνω στους λόφους δυτικά του Αλγερίου. Στο δάσος είχαμε μία συνάντηση, η οποία με τρόμαξε. Σ' ένα σημείο του δάσους, όπου βρίσκονταν πυκνά φυτεμένα δέντρα με κυρτούς κορμούς, καλυμμένους εντελώς με βρύα, όπως στις ζωγραφιές του Βαττώ, παρατήρησα ξαφνικά λευκή μορφή, να πλανάται στο σκοτάδι σαν φάντασμα. Κατέστησα την αυτοκράτειρα προσεκτική στο φάντασμα, αλλά όταν έστρεψε το βλέμμα της προς το μέρος που της υπέδειξα, το φάντασμα είχε εξαφανιστεί. Εξακολουθήσαμε το δρόμο μας, κατευθυνόμενοι προς το αποκαλούμενο "δάσος της  Βουλώνης". Ξαφνικά, φάνηκε πάλι η λευκή μορφή πίσω από έναν κορμό δέντρου. Μας παρακολουθούσε από εκεί κατά άλματα, κρυπτόμενη πάντοτε πίσω από τα δέντρα.  Συμβούλευσα την αυτοκράτειρα να επιστρέψουμε, αλλά εκείνη μου απάντησε:
- Όχι. Θα νομίσει ότι το φοβόμαστε. Αν επιστρέψουμε, θα πάρει ίσως κάποια κακή ιδέα. Δεν πρέπει κανείς ποτέ να εναντιώνεται στο πεπρωμένο.
Αλλά εγώ δεν σταμάτησα να φοβάμαι. Της είπα:
- Αν συμβεί κάτι στην Υμετέρα Μεγαλειότητα θα με βαραίνει πάντοτε η συνείδηση. Αν μου επιτρέπει η Υμετέρα Μεγαλειότητα, θα προσποιηθώ ότι φωνάζω κάποιον, ο οποίος μας ακολουθεί.
Αλλά πριν ακόμη προφτάσει η αυτοκράτειρα να μου απαντήσει, ο Καβύλης βρέθηκε να στέκεται μπροστά μας. Το στόμα του έβγαζε αφρούς και τα μάτια του περιστρέφονταν φρικωδώς μέσα στα κοιλώματά τους, ενώ κρατούσε ψηλά τα μπράτσα του ανατεταμένα και έβγαζε τρομακτικές κραυγές. Η αυτοκράτειρα ούτε για μια στιγμή δεν έχασε την αταραξία της και είπε:
- Είναι τρελός. Πρέπει να φύγουμε από εδώ γρήγορα. Οι τρελοί είναι πολύ πιο επικίνδυνοι από τους κακούργους.
Προχώρησα λίγα βήματα για να προστατέψω την αυτοκράτειρα με το σώμα μου και φώναξα:
- Par ici, par ici! au secous, Jean, Henry!
και συγχρόνως κίνησα απειλητικά το χέρι εναντίον του Καβύλου, ο οποίος τρόμαξε και έμεινε προς στιγμήν σαν να άκουγε κάτι από το δάσος. Τη στιγμή εκείνη φάνηκαν τυχαία ένας αξιωματικός μετά της κυρίας του, που κρατιόντουσαν από το μπράτσο, ο δε παράφρονας Καβύλης εξαφανίστηκε τρέχοντας με άγρια πηδήματα μέσα στο σκοτάδι του δάσους. Έπειτα επιστρέψαμε στο σπίτι σώοι και αβλαβείς.
Σήμερα το απόγευμα, η αυτοκράτειρα ήθελε να ζυγιστεί.
- Ίσως χάσαμε κάτι από το γήινο βάρος ως συνέπεια του φόβου, μου είπε χαμογελώντας. Στον προθάλαμο του ξενοδοχείου Splendid Hotel υπάρχει μια ηλεκτρική ζυγαριά. Η αυτοκράτειρα, που φορούσε τον μανδύα της, ζύγιζε 45 κιλά. Μετά μου είπε να ζυγιστώ κι εγώ. Το βάρος μου ήταν ένα κιλό περισσότερο. Η αυτοκράτειρα παρατηρούσε με περιέργεια το δείκτη στο ζύγι, όταν δε είδε το βάρος του, είπε γελώντας:
- Λίγο έλειψε να με ξεπεράσετε και εγώ νόμιζα ότι σ' αυτό είμαι ανυπέρβλητη...


Κέρκυρα, 16 Απριλίου 1891
Χθες, όταν βγήκαμε από το ανάκτορο και πηγαίναμε προς το λιμάνι, συναντήσαμε τον Ιταλό μηχανικό Μπενίτζε, ο οποίος επρόκειτο να κάνει μερικές επισκευές στο παλάτι και τον οποίο η αυτοκράτειρα γνώριζε από παλιά. Με διέταξε να του μιλήσω ιταλικά και να του πω ότι στέκεται καλά, ότι πάχυνε, ότι του ταίριαξε το κλίμα.
- Και δεν γνωρίζει ιταλικά η Υμετέρα Μεγαλειότητα; ρώτησα εγώ. Η Μεγαλειότητά Σας είναι μάλιστα βασίλισσα της Βενετίας, πρόσθεσα.
- Ω! βασίλισσα της Βενετίας ήμουν προ πολλού χρόνου, απάντησε γελώντας χαρούμενα και κουνώντας χαριτωμένα το χέρι προς το μακρινό ορίζοντα. Έπειτα πρόσθεσε:
- Ο αυτοκράτορας μιλά ακόμη πολύ καλά την ιταλική. Αυτό είναι το μόνο που μας έμεινε από το βασίλειό μας. Και αυτό είναι περισσότερο απ' όσο μας χρειάζεται. Αναγκάστηκα και εγώ να μάθω την ιταλική γλώσσα, αλλά δεν μπόρεσα να την αγαπήσω. Άλλωστε και όλος μου ο κόπος θα ήταν μάταιος.


Κέρκυρα (δεν αναφέρεται ημερομηνία)
Χθες μεταβήκαμε να προσκυνήσουμε το μνημείο του Χάινε κάτω από το φως της σελήνης. Τα φύλα των ελαιόδεντρων έτρεμαν πάνω από τα κεφάλια μας, τα αστέρια χάνονταν σαν πέπλο... Η αυτοκράτειρα έμεινε επί αρκετή ώρα σιωπηλή μπροστά στη μαρμάρινη μορφή του ποιητή... και σιωπηλοί επιστρέψαμε στο σπίτι.


Βιέννη, Νοέμβριος 1893
Σήμερα συνέβη κάτι έκτακτο και όλως μοναδικό. Η αυτοκράτειρα περπάτησε μαζί μου στους δρόμους της Βιέννης.
- Για πρώτη φορά μετά από είκοσι χρόνια, μου είπε. Με εξέπληξε με την είδηση αυτή πρωί πρωί. Κατεβήκαμε τη μεγαλοπρεπή σκάλα, η οποία οδηγεί έξω στην Μπελάρια. Ο αυλικός θυρωρός και ο φρουρός ήταν κατάπληκτοι. Διαβήκαμε έξω από το υπουργείο των Εξωτερικών και κατευθυνθήκαμε προς το αυτοκρατορικό θέατρο. Η αυτοκράτειρα κοίταξε το θέατρο απ' όλες τις μεριές. Το έβλεπε δε απ' έξω για πρώτη φορά.
-Σ΄ αυτό το μέρος του Ρίγκ έρχομαι πρώτη φορά τώρα, μου είπε. Όταν δεν πηγαίνω στο Σίμπρουν ή στο Λόιντς, πηγαίνω στους σιδηροδρομικούς σταθμούς. Από εκεί μεταβήκαμε κατόπιν μέχρι το Λαϊκό κήπο.
Όταν φθάσαμε εκεί μου είπε ξαφνικά να της εξηγήσω τη φιλοσοφία του Σοπενχάουερ. Και άρχισα...
Μιλήσαμε πολλή ώρα, μέχρι που εκεί ήρθαν και άλλοι άνθρωποι και ο φύλακας του κήπου, παρατηρώντας ατενώς την αυτοκράτειρα, επέστησε την προσοχή και των άλλων και έτσι την πρόδωσε. Γι' αυτό τραπήκαμε αμέσως σε φυγή. Αφού απομακρυνθήκαμε από εκεί, η αυτοκράτειρα μου είπε:
- Μου φαίνεται ότι και ο Μπίσμαρκ ήταν οπαδός του Σοπενχάουερ. Δεν μπορούσε να υποφέρει τις γυναίκες, με εξαίρεση ίσως τη σύζυγό του. Προ πάντων, όμως, νομίζω ότι καταδίωκε τις βασίλισσες. Όταν τον είδα για πρώτη φορά, ήταν εξαιρετικά τραχύς και άκαμπτος. Φαινόταν (πρόσθεσε χαμογελώντας) σαν να ήθελε να πει: Οι γυναίκες πρέπει να μένουν στα δωμάτιά τους... Όλο εκείνο το μίσος κατά της Αγγλίας πιστεύω ότι το είχε εξ αιτίας της βασίλισσας. Η φτωχή η αυτοκράτειρα του Φρειδερίκου υπέφερε και αυτή πολλά εξ αιτίας αυτού του μίσους του προς τις γυναίκες.


Γκέντελε, Οκτώβριος 1893
Από κάθε πηγή νερού, την οποία βρίσκει στο δρόμο, πρέπει να πιεί.
- Έχει πάντοτε άλλη γεύση το νερό, μου λέει. Και πίνει κατά προτίμηση από το κοίλο της παλάμης της, αν και πάντοτε κουβαλά μαζί της το χρυσό ποτήρι της. Θέλει ν' αντλεί απευθείας από τις πηγές της φύσης τα στοιχεία εκείνα, τα οποία θεωρεί αναγκαία για τη διατήρηση του σώματός της ή μάλλον, όχι τόσο της σωματικής ευεξίας της, όσο για να διατηρήσει τους κοινούς δεσμούς με την κοινή μητέρα. Κανέναν φραγμό δεν μπορεί ν' αντέξει και όλους τους ανθρώπους, όσους εναντιώνονται σ' αυτά τα μυστήρια, τους θεωρεί εχθρούς της... Εν γένει πιστεύω ότι κανείς άνθρωπος στον κόσμο δεν έχει τόσο βαθιά πεποίθηση, όσο αυτή, για την αδυναμία και την ατέλεια των ανθρώπων, καθόσον είναι προϊόντα και βελτιώσεις του πολιτισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου