21 Ιανουαρίου 2014

Μαθήματα ζωής μέσα από τα μηνύματα μιας γυναίκας στο τουίτερ τους τελευταίους τρεις μήνες της ζωής της


Στην εποχή των σόσιαλ μίντια, το τέλος της ύπαρξής μας δεν συμβαδίζει με το φυσικό θάνατο. Τα ψηφιακά ίχνη μας παραμένουν στις φωτογραφίες που ανεβάσαμε, στα σχόλια που τουιτάραμε, στις αναρτήσεις που γράψαμε σε κάποιο μπλογκ για να επικοινωνήσουμε με όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Η δύναμή τους είναι τέτοια, ώστε μετά θάνατον ενδέχεται να βρεθούν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος καθημερινοί άνθρωποι, που με την απλή ιστορία της ζωής τους έχουν να μας διδάξουν πολλά, όπως ν' αγαπάμε την ζωή και ν' απολαμβάνουμε την κάθε στιγμή. Ένα μάθημα που μπορούμε ν' αποκομίσουμε και από την ιστορία της Αμάντα.
Η Αμάντα ήταν Καναδέζα - αλλά αυτό δεν έχει σημασία. Πάνω απ ' όλα, η Αμάντα ήταν μια γυναίκα, όπως χιλιάδες άλλες, "παγιδευμένη στο γραφείο", όπως ήταν το όνομα του λογαριασμού της στο τουίτερ. Τον Ιανουάριο του 2013, η Αμάντα διαγνώστηκε με καρκίνο του εγκεφάλου. Μέσα από τα τουίτ της, η γυναίκα εξέφρασε αυθεντικά - και γι' αυτόν ακριβώς το λόγο συγκινητικά - ανθρώπινα συναισθήματα, που έχουν απήχηση ακόμη και σήμερα, αρκετούς μήνες μετά το θάνατό της. Άλλωστε, οι ανθρώπινες ιστορίες δεν περιορίζονται χρονικά και πολύ περισσότερο δεν περιορίζονται τα μαθήματα ζωής μέσω αυτών.
Η 13η Ιανουαρίου 2013 ήταν η τελευταία ανέφελη μέρα στην ζωή της Αμάντα. "Όχι, δεν απαντάω σε e-mail, που έχουν σχέση με τη δουλειά το βράδυ της Κυριακής. Θέλετε να δουλεύω το σαββατοκύριακο; Πληρώστε με περισσότερο", έγραφε στο τουίτερ. 
Την επόμενη μέρα, ένα τηλεφώνημα θα της προκαλούσε αναστάτωση. "Το γραφείο του γιατρού μου μόλις μου τηλεφώνησε, για να πάω να συζητήσουμε ορισμένα αποτελέσματα εξετάσεων. Αυτό δεν μπορεί παρά να είναι κακό, σωστά; Δεν τηλεφωνούν, εκτός κι αν είναι άσχημα νέα". Στις 15 του μήνα ενημέρωνε ότι βρισκόταν "στο δρόμο για το γιατρό, ώστε να συζητήσουμε τα αποτελέσματα των εξετάσεων. Τρομοκρατημένη". 
Δεν ακολούθησε κάποια τουίτ μετά την επίσκεψη, αλλά ήταν προφανές ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και ότι θα έπρεπε να υποβληθεί και σ' άλλες εξετάσεις. Τις επόμενες μέρες, η Αμάντα εξέφραζε την αγωνία της, σε βαθμό να μην μπορεί να κοιμηθεί τα βράδια, αγωνιώντας για τα τελικά αποτελέσματα. Στις 18 Ιανουαρίου ήρθε και η γνωμάτευση: προχωρημένο πολύμορφο γλοιοβλάστωμα, δηλαδή ένας εξαιρετικά κακοήθης όγκος στον εγκέφαλο.
Την επομένη, η Αμάντα ήταν ακόμη αμήχανη. "Αποφασίζοντας τι θα κάνω στην υπόλοιπη ζωή μου". Δυο μέρες μετά παραιτήθηκε από τη δουλειά της. "Δεν έχει νόημα, όταν έχω 3 μήνες να ζήσω, σωστά;" επιχειρηματολόγησε για την απόφασή της, ενώ ήταν σε θέση να κάνει και χιούμορ: "Αναρωτιέμαι, αν θα πάρω τα χρήματα της σύνταξής μου".
Βέβαια, δεν έλειπε και η στενοχώρια, που μεγαλώνει από τα αμήχανα σχόλια των ανθρώπων που δεν ξέρουν τι να πουν για να παρηγορήσουν έναν άνθρωπο, που ξέρει την ημερομηνία του θανάτου του. "Μα έδειχνες καλά, μου έλεγαν κατ' επανάληψη", έγραψε δεικτικά η Αμάντα, μόλις μάζεψε τα πράγματα από το γραφείο της. Όμως ένιωθε παράλληλα και "σχεδόν απελευθερωμένη", όπως εξομολογήθηκε σ' έναν φίλο της στο τουίτερ.
Από τότε και για δυο μήνες, η Αμάντα εξαφανίστηκε από το τουίτερ. Δεν καθόταν μόνη στο σπίτι κλαίγοντας τη μοίρα της, αλλά απόλαυσε το διάστημα εκείνο ταξιδεύοντας. Επισκέφθηκε την Κούβα και χώρες της Κεντρικής Αμερικής (Νικαράγουα, Ονδούρα, Παναμά), έχοντας αφήσει στην κουζίνα του σπιτιού της το iPhone, ώστε ν' απολαύσει καλύτερα το ταξίδι αυτό, που ήταν ένα όνειρο ζωής. Και πράγματι το απόλαυσε: "Ήταν θαυμάσια. Παραλίες, κλουβιά, ερείπια, δάσος, τεράστιες χελώνες, φθηνά ποτά, χορός, έμαθα ισπανικά, συνάντησα ανθρώπους", έγραψε στις 25 Μαρτίου, όταν πλέον είχε επιστρέψει στο σπίτι της στην Οτάβα, καθώς είχε ήδη αρχίσει να επιδεινώνεται η υγεία της.
Στη συνέχεια, η Αμάντα εξαφανίστηκε και πάλι από το τουίτερ για δυο εβδομάδες, ενώ επέστρεψε λίγες μέρες προτού να πέσουν οι τίτλοι του τέλους. Τα δύο τελευταία μηνύματά της τα έγραψε στις 10 Απριλίου. "Μην ξοδεύετε χρόνο θυμώνοντας στους ανθρώπους. Συγχωρείστε τους. Η ζωή είναι πραγματική πολύ μικρή" ήταν το μήνυμά της, ενώ λίγο αργότερα ανακοίνωνε ότι "Αύριο θα πάω πίσω στο νοσοκομείο για τελευταία φορά. Σας ευχαριστώ όλους για την καλή αύρα. Να είστε καλοί ο ένας στον άλλο". Στις 15 Απριλίου, ο αδερφός της Τζέιμς έκανε γνωστό ότι "Η αγαπημένη μου αδερφή Αμάντα πέθανε από καρκίνο στον εγκέφαλο χθες το βράδυ".
Η σελίδα της Αμάντα στο τουίτερ είναι εδώ: Amanda (TrappedAtMyDesk) στο Twitter
Η ιστορία της Αμάντα έγινε γνωστή χάρη σε μια Αμερικανίδα μαμά και μπλόγκερ, που ονομάζεται Σάνον ΜακΚάρνεϊ, η οποία μάλιστα έφτιαξε κι ένα βίντεο, το οποίο ανέβασε στο youtube, αφιερωμένο στην Αμάντα - κι ας μην την είχε γνωρίσει ποτέ. Όπως ανέφερε στο μπλογκ της η Σάνον, "Με κάθε τουίτ ή σχόλιο, γράφουμε αυτό που πρόκειται ν' αφήσουμε πίσω μας.  Όλη αυτή η τεχνολογία έχει δημιουργήσει έναν πλούτο από ιστορίες, ιστορίες που ποτέ δεν θα είχαμε βρει πριν από 20 χρόνια. Ιστορίες που μας κάνουν να κλάψουμε ή να γελάσουμε ή να κρατήσουμε την ανάσα μας. Λέξεις που μας διδάσκουν και μας εκπλήσσουν και μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους".
Συμφωνώ σε μεγάλο βαθμό με τη Σάνον. Ασυνείδητα, με τα ψηφιακά μας ίχνη γράφουμε μια ιστορία, που μπορεί να μην έχει απαραίτητα μεγάλους έρωτες, μεγαλόστομες ατάκες ή ανακαλύψεις που θ' αλλάξουν κάποια μέρα τη μοίρα της ανθρωπότητας, όμως μπορεί κάποια στιγμή, με κάποιον τρόπο ν' αγγίξουν έναν άνθρωπο, που έχει τις ίδιες αγωνίες μ' εμάς, τις ίδιες απορίες, τα ίδια θέλω, την ίδια πορεία ζωής. Και ναι, μπορεί χωρίς να το έχουμε καταλάβει ή χωρίς καν τη φυσική μας παρουσία, ν' αλλάξουμε την ζωή του ανθρώπου αυτού, όπως φυσικά μπορεί να συμβεί και το ακριβώς αντίθετο.
Η ιστορία της Αμάντα δεν είναι μια μελό ιστορία. Εδώ, δεν μεταφέρθηκε με αυτήν την πρόθεση. Είναι μια βαθύτατα ανθρώπινη ιστορία, που εμένα προσωπικά μου μεταδίδει ως κεντρικό νόημα ότι για ν' απολαύσουμε την ζωή, πρέπει πρώτα να εκτιμήσουμε την αξία της, το πόσο όμορφη είναι και το πόσο τυχεροί είμαστε που την ζούμε. Η Αμάντα ήξερε ότι το τέλος πλησίαζε κι έκανε το ταξίδι που ονειρευόταν και το απόλαυσε μέχρι το μεδούλι. Έζησε και μάλιστα έζησε "σχεδόν απελευθερωμένη" τους τελευταίους μήνες της ζωής της, ακριβώς επειδή αποστασιοποιήθηκε από τη ρουτίνα της καθημερινότητας, που σιγά-σιγά νεκρώνει πολλούς ανθρώπους, χωρίς να το καταλαβαίνουν, μέχρι που μια μέρα αισθάνονται απογοητευμένοι. Μόνο που στην πραγματικότητα δεν είναι απογοητευμένοι με την ίδια την ζωή, αλλά με το υποκατάστατό της, όπως δημιουργήθηκε και εγκαθιδρύθηκε μέσα τους.


Διαβάστε επίσης:
 Η νεαρή κοπέλα που πέθανε ύστερα από 30 ώρες συνεχούς δουλειάς 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου